Η στρατηγική ακρόαση είναι το φαινόμενο όπου οι άνθρωποι «ακούν» χωρίς πραγματική πρόθεση να κατανοήσουν, επιδιώκοντας μόνο να διατηρήσουν μια επιφανειακή αλληλεπίδραση που εξυπηρετεί τους ίδιους. Στις σύγχρονες κοινωνίες, η πίεση να επιδεικνύουμε αμεσότητα και «γνώση» οδηγεί συχνά σε βιαστικές, προκατασκευασμένες απαντήσεις. Ωστόσο, αυτή η επιφανειακή επικοινωνία αποξενώνει τους ανθρώπους και οδηγεί σε μια κενή ανταλλαγή ιδεών, όπου η πραγματική κατανόηση σπάνια επιτυγχάνεται. Σύμφωνα με τον Goffman (1959), αυτή η ανάγκη «προβολής» και αυτοεπιβεβαίωσης λειτουργεί ως κοινωνική «παράσταση», που τελικά ενισχύει τις κοινωνικές αποστάσεις αντί να καλλιεργεί την αμοιβαία κατανόηση.
Ο Nichols (2009) αναφέρει ότι η ουσιαστική ακρόαση αποτελεί μια θεμελιώδη πρακτική για υγιείς σχέσεις, καθώς μας επιτρέπει να υπερβούμε τα εμπόδια της εγωκεντρικής αντίληψης και να συνδεθούμε πραγματικά με τον άλλον. Οι άνθρωποι που επιλέγουν τη στρατηγική ακρόαση, αντίθετα, αγνοούν αυτό το όφελος και αναλώνονται σε αλληλεπιδράσεις που μοιάζουν περισσότερο με προσχηματικό διάλογο παρά με γνήσια επικοινωνία.Πολλοί επιλέγουν να ακούν στρατηγικά, διατηρώντας μια απόσταση για να αποφύγουν τη δέσμευση ή την έκθεση σε νέες ιδέες. Αυτή η προσέγγιση δεν περνά απαρατήρητη: όσοι την εφαρμόζουν συχνά αποκαλύπτονται μέσα από τη μηχανική τους απάντηση και την αδιαφορία τους για τον συνομιλητή. Όπως υπογραμμίζει και ο Hochschild (1983), η υποκριτική ακρόαση είναι μια μορφή «συναισθηματικής εργασίας», που καταλήγει να λειτουργεί περισσότερο ως χειραγώγηση παρά ως αυθεντική προσέγγιση, δημιουργώντας σχέσεις φαινομενικές και όχι ουσιαστικές.
Το φαινόμενο της στρατηγικής ακρόασης έχει τις ρίζες του σε κοινωνικές και ψυχολογικές πιέσεις. Ζούμε σε έναν κόσμο όπου η ταχύτητα και η προβολή της γνώσης έχουν γίνει απόλυτες αξίες. Οι άνθρωποι πιέζονται να ανταποκριθούν άμεσα και χωρίς ενδοιασμούς, φοβούμενοι ότι θα φανούν «ανενημέρωτοι» ή «αργοί». Αυτή η πίεση οδηγεί σε μια επιφανειακή προσέγγιση της ακρόασης, όπου η απάντηση δεν είναι προϊόν κατανόησης, αλλά μια τυποποιημένη αντίδραση, που βασίζεται σε προκατασκευασμένα νοήματα και στερεότυπα. Ο Argyris (1990) παρατηρεί ότι αυτή η πρακτική στην πραγματικότητα υπονομεύει την οργανωτική μάθηση και εξέλιξη, καθώς αποκλείει την αληθινή εμπλοκή και κριτική σκέψη που είναι απαραίτητες για την πρόοδο.
Ο επαγγελματικός χώρος είναι από τα περιβάλλοντα όπου η στρατηγική ακρόαση έχει καθιερωθεί, ιδιαίτερα σε ρόλους όπως αυτοί των μάνατζερ. Οι μάνατζερ, για ευνόητους λόγους, χρειάζεται συχνά να δείχνουν ότι ακούν τους υπαλλήλους τους χωρίς απαραίτητα να δίνουν ουσιαστική προσοχή ή να αφοσιώνονται σε κάθε πρόταση. Η πρακτική αυτή είναι ιδιαίτερα εμφανής σε περιπτώσεις όπου πρέπει να διατηρούνται ισορροπίες και να μην αμφισβητείται η εξουσία ή το πλάνο που έχει ήδη οριστεί από την ηγεσία. Η υποκριτική ακρόαση γίνεται έτσι ένα εργαλείο διαχείρισης, που επιτρέπει στους μάνατζερ να δείχνουν ότι λαμβάνουν υπόψη τους τις απόψεις των άλλων, χωρίς να απειλείται η απόφαση ή η στρατηγική κατεύθυνση. Πρόκειται για μια μορφή ελέγχου της πληροφορίας και των προσδοκιών, που πολλές φορές εξυπηρετεί οργανωτικούς στόχους, αλλά συχνά πλήττει την εμπιστοσύνη των εργαζομένων. Οι υπάλληλοι, αντιλαμβανόμενοι αυτή την πρακτική, καταλήγουν να αποστασιοποιούνται ή να χάνουν το ενδιαφέρον τους, δημιουργώντας έτσι έναν κύκλο έλλειψης ουσιαστικής επικοινωνίας και αλληλοκατανόησης.
Απέναντι στη στρατηγική ακρόαση, η πνευματική διάσταση της επικοινωνίας μπορεί να λειτουργήσει ως αντίδοτο και αντίποινα προς αυτή την επιφανειακή συμπεριφορά. Η ουσιαστική ακρόαση δεν βασίζεται μόνο στην απλή αντίδραση, αλλά σε μια ενεργή διάθεση να κατανοήσουμε τον άλλον. Ο Nouwen (1981) υποστηρίζει ότι η πραγματική ακρόαση είναι πράξη ταπεινότητας, που μας επιτρέπει να αφήσουμε το εγώ μας στην άκρη και να βρεθούμε σε μια αυθεντική ανθρώπινη επαφή. Η αληθινή ακρόαση είναι μια πράξη προσφοράς και κατανόησης που καταργεί την ανάγκη για στρατηγήματα και αυτοπροβολή. Ο άνθρωπος που ακούει ουσιαστικά έχει τη δύναμη να προσφέρει στον συνομιλητή του τον χώρο και τον χρόνο που χρειάζεται για να εκφραστεί, αναδεικνύοντας έτσι τον καλύτερο εαυτό του. Η επικοινωνία, έτσι, μετατρέπεται σε ένα αμοιβαίο μοίρασμα και μια πνευματική σύνδεση που υπερβαίνει τις επιφανειακές αλληλεπιδράσεις. Η ταπείνωση και η αληθινή διάθεση για κατανόηση αποτελούν, λοιπόν, τη μόνη αληθινή άμυνα ενάντια στην υποκρισία της στρατηγικής ακρόασης και το μέσο για να φέρουμε ξανά την αυθεντικότητα στην ανθρώπινη επαφή.
Βιβλιογραφία
- Goffman, E. (1959). The Presentation of Self in Everyday Life.
- Nichols, M. P. (2009). The Lost Art of Listening: How Learning to Listen Can Improve Relationships.
- Hochschild, A. R. (1983). The Managed Heart: Commercialization of Human Feeling.
- Argyris, C. (1990). Overcoming Organizational Defenses: Facilitating Organizational Learning.
- Nouwen, H. J. M. (1981). Reaching Out: The Three Movements of the Spiritual Life.