Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2010

ο επί τέλους λόγος

Τη μήτρα που με γέννησε και
την αγάπη για το Θείο μου έδωσε,
το σπόρο για τις πίκρες 
τις λύπες τις χαρές,
τις δυσκολίες,
τα βάσανα
που μ' έκαναν
τη σφαίρα του αθάνατου
ν' αγγίξω.

Τους μαθητές,
γυναίκες και άνδρες
εξ αίματος και εξ αγχιστείας
που τόσο πολύ αγάπησα.

Τους αλλόφρονες αυτούς
που σαν το κτήμα
με δούλεψαν
όπου τους βόλευε.
Τους συνωμότες,
τους προδότες
για τις πράξεις τους.
Αυτούς που με το στανιό
καβάλα με πηγαίναν
όπως το Διγενή ο Χάρος
στ' αλόγου τα καπούλια.

Τους με ανιδιοτέλεια
συντρόφους,
τις γυναίκες που με αρνήθηκαν
μα πιο πολύ αυτές
που όταν τον έρωτα τους
ζήτησα,
τον έδωσαν άνευ υστεροβουλίας
και παιδέματος.

Εκείνους που αδιαφόρησαν,
αυτούς που προσπάθησαν
να με στείλουν αδιάβαστο
κάποιες φορές.
Τους εχθρούς.
Τους δήθεν φίλους.

Μα πιο πολύ
αυτόν που κάποιοι δεν τον 
αποκαλούν με το όνομα του,
κι άλλοι τον λένε Νουξ,
άλλοι Μέγα Αρχιτέκτονα,
Ιησού Χριστό
ή όπως και να 'ναι.
Πιο πολύ γιατί
με σημάδεψε,
να μη με χάνει μεσ' το πλήθος 
και τη μοναδικότητα μου χάρισε.
Τον εσταυρωμένο που
μου τρεμόπαιξε τα μάτια
και με κοίταξε
τότε που δάκρυζε.

Τους ευχαριστώ
τώρα που η λύτρωση
μ' επέστρεψε
στους δασκάλους μου.


αυτοδικαίως εντάσσεται στη συλλογή
"Τα φυσικά μετά"
με τίτλο "ο επί τέλους λόγος"